φυλλοταξία

φυλλοταξία
η бот. расположение листьев

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "φυλλοταξία" в других словарях:

  • φυλλοταξία — η, Ν βοτ. ο τρόπος διάταξης τών φύλλων πάνω στον βλαστό. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phyllotaxy < φύλλο(ν) + τάξη. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν τού Άγγ. Βλάχου] …   Dictionary of Greek

  • φυλλοταξία — η (βοτ.), ο τρόπος με τον οποίο είναι φυτρωμένα τα φύλλα στο βλαστό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ετερόδρομος — η, ο 1. βοτ. φρ. «φυλλοταξία ετερόδρομη» η φυλλοταξία κατά την οποία η γενέτειρα σπείρα τών κλώνων ακολουθεί αντίθετη φορά από το στέλεχος 2. τεχνολ. (για μοχλούς) αυτός που έχει την αντίσταση και την ενεργό δύναμη προς τις αντίθετες πλευρές τού… …   Dictionary of Greek

  • ομόδρομος — η, ο (ΑΜ ὁμόδρομος, ον) αυτός που συμβαδίζει ή τρέχει μαζί με καποιον άλλο νεοελλ. 1. βοτ. (για φυλλοταξία) αυτή που ακολουθεί την ίδια κατεύθυνση 2. (για μοχλό) αυτός στον οποίο η αντίσταση και η δύναμη εφαρμόζονται στον ίδιο μοχλοβραχίονα σε… …   Dictionary of Greek

  • ταξιφυλλία — η, Ν βοτ. η διάταξη τών φύλλων στον βλαστό τών φυτών, αλλ. φυλλοταξία. [ΕΤΥΜΟΛ. < τάξη + φύλλο + ία (πρβλ. ταξιανθία)] …   Dictionary of Greek

  • φύλλο — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 95 μ.) του νομού Καρδίτσας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (24 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, ο Αμπελώνας (υψόμ. 100 μ.). * * * το / φύλλον, ΝΜΑ 1. πεπλατυσμένη, συνήθως, πράσινη έκφυση τού… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»